Skip to content

Ο Μπελογιάννης ζει στα δίκτυά μας

13/03/2012

Δε θέλουμε να τους ακουμπάμε ούτε με κοντάρι δέκα μέτρων. Μας γυρίζουν τ’ άντερα και μόνο που τους τρακάρουμε αφισοκολλημένους στους δρόμους (ευτυχώς κυρίως σε συγκεκριμένες περιοχές τις οποίες αποφεύγουμε εξαιτίας τους), κάθε φορά που πάει να γίνει κάτι έστω και ιχνοστοιχειωδώς ελπιδοφόρο τρέμουμε στην ιδέα ότι θα σκάσουν μύτη και θα προσπαθήσουν (συχνά με επιτυχία) να το καπελώσουν και φτάσαμε σε σημείο να το γυρίσουμε από τις βότκες στις τεκίλες μόνο και μόνο επειδή ο συνειρμός κάνει πίβοτ στη Ρωσία και μας τους φέρνει στο μυαλό. Τους φάγαμε στη μάπα στα σχολεία μας (όταν διέγραφαν μέλη επειδή άκουγαν Ροκ εν Ρολ και δε ρουφιάνευαν όπως υπαγόρευε το σχετικό εγχειρίδιο βάσει του οποίου κατηχούσαν και κατηχούνταν), στα πανεπιστήμιά μας (όταν δε μας άφησαν να κάνουμε κάνα μάθημα προφασιζόμενοι το συμφέρον μας και εννοώντας το συμφέρον των επαγγελματιών αγκιτατόρων που προόριζαν για δεσμοφύλακες στα  sweatshops τους), ενίοτε στις δουλειές μας (ευτυχώς σπάνια γιατί σπάνια δουλεύουν) και, χειρότερα απ’ όλα, στην ιστορία μας, πολιτική, κοινωνική και πολιτισμική, όταν κατάφεραν όχι μόνο να μην καταφέρουν τίποτα από την εποχή του Ζαχαριάδη (φτου!) και δώθε αλλά αντίθετα να λειτουργήσουν σαν το κόκαλο των παπουτσιών κάθε λασπερής ιδεολογίας που εμφανίστηκε από το Πολυτεχνείο και δώθε.

Ευτυχώς ως τώρα τους είχαμε γλυτώσει από το Ίντερνέτ μας. Και απ’ ό,τι φαίνεται, θα εξακολουθήσουμε καθώς δήλωσαν ότι θα διαγράψουν από τις τάξεις τους κάθε μέλος που θα τολμήσει να εμφανιστεί στα κοινωνικά δίκτυα -οι διαγραφές ήταν πάντα το αγαπημένο τους όπλο, παρέα με τα καδρόνια που κουβάλαγαν οι νταβατζήδες τους, οι οικοδόμοι όταν παρέα με τα ΜΑΤ έσπαγαν τις διαδηλώσεις και τις καταλήψεις των σχολών στη δεκαετία του ’80. Πανικόβλητα, ανέραστα,  θλιβερά ανθρωπάκια που τρέμουν στην ιδέα ότι μπορεί κάποιος να σκεφτεί και να δράσει εκτός τους, καταδικασμένα να ουρλιάζουν εσαεί τσιτάτα ξεχασμένα, ξεπερασμένα και ξερασμένα από την ιστορία εδώ και αιώνες (πλέον), λιγδεροί θιασώτες μιας επαναστατικής ονείρωξης που αποδείχτηκαν ανίκανοι να μετατρέψουν σε σκέψη και πράξη, κάπηλοι κάθε αγαθής προσπάθειας των τελευταίων εβδομήντα χρόνων, πραγματικά άχρηστοι με κάθε έννοια της λέξης, δεν έχουν χώρο στα δίκτυα όχι επειδή το λέει το φαιδρό αφεντικό τους (που όπως όλα τα θρησκευτικά αφεντικά, παίρνει πλέον και επίσημα γραμμή από το θεό -αφού δεν υπάρχει κάποιος άλλος από τον οποίο να πάρει) αλλά επειδή τα δίκτυα τους έχουν ξεράσει εδώ και δεκαετίες. Θέμα αισθητικής: Αυτοί έχουν τις ξαναγεννημένες Πασιονάριες των βουπού με τα ψυχολογικά προβλήματα και τις κρίσεις εμμηνόπαυσης κι εμείς τον Βίντον Σερφ και τον Έρικ Σ. Ρέιμοντ. Που να βρεθεί κονβέρτζενς, να πούμε;

Ασ’ τα ψάρια να καούνε

06/03/2012

Άλλη μια απ’ αυτές τις περιπτώσεις που μας θέτουν μεταξύ ηθικής σφύρας και άκμονος (και αναβολέα, μπορούμε να πούμε). Αυτή τη φορά όμως, ο προβληματισμός μας δεν ήταν αν έπρεπε να κλωτσήσουμε έναν πεσμένο αντίπαλο (το οποίο παρεμπιπτόντως δεν έχουμε καταλάβει γιατί είναι  κακό: η καλύτερη στιγμή να κλωτσήσεις τον αντίπαλό σου είναι όταν είναι πεσμένος -ρωτήστε όποιον έχει παίξει ξύλο να σας το επιβεβαιώσει), αλλά ποιανού κερατά το μέρος να πάρουμε. Και αυτό  επειδή τα τρία πάρτιζ, να πούμε, που εμπλέκονται στη συζήτηση είναι παρ’ τον έναν και βάρα τον άλλον. Από τη μια έχεις διαφημιστές (θου Κύριε φιλάκι στο μάτι μου που έλεγε κι ο άλλος), από την άλλη έχεις μια εταιρεία κινητής (απ’ τα ίδια με πατάτες) και από την άλλη-άλλη, έχεις μια τράπεζα (ή πολλές τράπεζες, δεν καταλάβαμε καλά) -δηλαδή απ’ τα ίδια με πατάτες, με ρύζι μπασμάτι, με baby carotts, με λαχανάκια Βρυξελλών και με σος μαδέρα. Ειλικρινά, πείτε μας εσείς πούστε και δικοί μας αθρώποι: ποιον θα θεωρούσατε αθώο από αυτή την Ανχόλι Τριάδα ώστε να τον αφήσετε εκτός της συζήτησης και να τον δικαιώσετε;

Το φιλοσοφήσαμε λοιπόν και το πόρισμά μας ήταν: ο ολιγότερο κατακριτέος, είναι ο κινητάς. Αφενός επειδή είναι συγγενής μας (όχι πρώτο/δευτεροβάθμιος, ούτε καν εξ αγχιστείας, αλλά όσο να πεις,  καλώδια και κεραίες αυτός, στα καλώδια μια ζωή εμείς) και αφετέρου επειδή αυτός απλώς είπε «ναι» στο σποτ. Ο αμέσως επόμενος είναι ο Mad Man (ή Mad Woman -δε θα τα χαλάσουμε): βεβαίως έχουμε διάφορα ράμματα για τη γούνα του (γενικώς και ειδικώς) αλλά αυτός τουλάχιστον είπε να  κάνει και λίγη κοινωνική κριτική, έστω και τόσο χαλαρή που θέλει έξι μήνες εντατικό γυμναστήριο μόνο και μόνο για να αρχίσει να δείχνει σημάδια σύσφιξης. Οπότε ποιος βγαίνει ο πιο Πετράν της ιστορίας (με το συμπάθιο, αλλά αφού το είπε ο ίδιος, γιατί να μην το υιοθετήσουμε κι εμείς ως συνώνυμο); Ο τραπεζίτηηηηηηης. Μάλιστα. Δηλαδή δε φτάνει που έχει έρθει τούμπα μια ολόκληρη Ευρώπη (και η Ελλάδα μαζί) επειδή αυτοί δε θέλουν να χάσουν στον τζόγο που εξ ορισμού παίζουν, δε φτάνει που  δεν κουνάνε το δαχτυλάκι τους να βοηθήσουν την κατάσταση, δε φτάνει που έχουν ταυτιστεί τόσο πολύ με το χάλι αυτής της χώρας που κάποιοι φτάνουν σε σημείο να καίνε τα κτήρια του Τσίλερ με την ελπίδα ότι μπορεί να κάψουν κάνα υποκατάστημά τους, έπρεπε να πάνε στις μηνύσεις  για να δείξουν ότι είναι τόσο ευαίσθητοι στο «όλοι κάτω εκτός απ’ τους κλέφτες» ενός, όχι και ιδιαίτερα ευφάνταστου τελικά, σποτ. Μπράβο αδέλφια, κι αδελφές και financial planners! Έτσι κερδίζεται η  συμπάθεια του κόσμου! Με την ευαισθησία απέναντι στα μεγάλα και τα σημαντικά!